Η ΜΟΣΧΟΠΟΛΗ ΤΟ 1890 ΠΕΡΙΠΟΥ.
Η Μοσχόπολη ήταν μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο
του 18ου αιώνα στην Βόρειο Ήπειρο.
Λόγω της συμβολής της πόλης
στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό,
η πόλη αναφέρεται στην εποχή της ακμής της και ως «Νέα Αθήνα» ή «Νέος
Μυστράς».
Ως το τέλος του 17ου αιώνα η
Μοσχόπολη ήταν ένας μικρός οικισμός, όμως παρουσίασε αλματώδη οικονομική και
πνευματική ανάπτυξη από τον επόμενο αιώνα. Την περίοδο της μεγάλης ακμής της
πόλης, τη δεκαετία του 1730, ο πληθυσμός της είχε φτάσει τις 60.000. Μάρτυρες
της ακμής της είναι οι επιβλητικοί ναοί του Αγίου Νικολάου (1721), του Αγίου
Αθανασίου (1721) και των Ταξιαρχών (1722) που κοσμούνται από πολλές και
αξιόλογες αγιογραφίες.
Η πόλη κατοικούνταν μόνο από
Έλληνες, κυρίως βλαχικής
καταγωγής και υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα βλαχόφωνα
κέντρα, με κύρια ενασχόληση το εμπόριο, την κτηνοτροφία, την κατεργασία
μαλλιού, ταπητουργίας και ανάπτυξη βυρσοδεψίας. Περίφημη ήταν η πόλη και για
την σιδηρουργία, την αργυροχοΐα και την χαλκουργική της. Πολλοί Μοσχοπολίτες έμποροι στη Βενετία,
στη Βιέννη, στην Οδησσό, την Κωνσταντινούπολη και άλλα σημαντικά κέντρα της εποχής
ενίσχυσαν οικονομικά την πατρίδα τους και συντέλεσαν στην ίδρυση σχολείου,
περίπου το 1700. Το σχολείο, με την ονομασία, «Ελληνικόν Φροντιστήριο»
εξελίχθηκε σε σημαντικό εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής, το 1744 αναβαθμίστηκε
από δωρεές και μετονομάστηκε σε «Νέα Ακαδημία».
Εκεί δημιουργήθηκε και
το δεύτερο τυπογραφείο στον χώρο του υπόδουλου ελληνισμού (μετά από αυτό της
Κωνσταντινούπολης), το 1731, με πρωτοβουλία του ιερομόναχου Γρηγορίου
Κωνσταντινίδη. Επίσης τυπώθηκε και το πρώτο τετράγλωσσο λεξικό (Ελληνικής,
Αλβανικής, Βλάχικης και Βουλγάρικης γλώσσας).
|