ΜΑΚΡΥΧΩΡΙ ΤΟ ΞΕΡΟΧΩΡΙ
ΠΗΓΕΣ ΥΔΡΕΥΣΕΩΣ
Από τον
προηγούμενο αιώνα μέχρι και το 1976 ,οι κάτοικοι του Μακρυχωρίου ,προμηθεύονταν νερό από βρύση
που βρίσκονταν Ανατολικά του χωριού ,σε απόσταση ενός
(1) περίπου χιλιομέτρου και 50
περίπου μέτρα βόρια από σημερινό
αντλιοστάσιο. Οι πηγές για το νερό αυτής της βρύσης βρίσκονταν 300 μέτρα νοτιότερα της βρύσης ,όπου σε
εκσκαφή που έγινε το 1970 περίπου εντοπίστηκαν μικρά πηγάδια στα οποία
συγκεντρώνονταν το νερό από κάποιες πηγές που υπήρχαν στην περιοχή και με
ορθογώνιας διατομής κεραμιδένιο αγωγό μεταφέρονταν στη μεγάλη βρύση.
Από τη βρύση
αυτή προμηθεύονταν το νερό οι κάτοικοι του
χωριού μέχρι το 1935 περίπου. Το
νερό που περίσσευε από τη βρύση αυτή ακολουθούσε ένα κανάλι (αυλάκι ) επιφανειακό με κατεύθυνση βόρεια
και πότιζαν τα γύρω χωράφια ,στα οποία καλλιεργούσαν κυρίως κηπευτικά ( η
τοποθεσία ονομάζονταν μπαξέδες) . οσο νερό περίσσευε κι από το πότισμα των
μπαξέδων ,χύνονταν στον χείμαρρο Καλάμιτσια και από κει στον Πηνειό ποταμό.
Από το 1976 και
μέχρι σήμερα ,πηγή υδρεύσεως του χωριού αποτελεί μια γεώτρηση που βρίσκεται δύο
χιλιόμετρα περίπου ανατολικά του οικισμού, δίπλα από τον αυτοκινητόδρομο. Από
κει το νερό αντλείται με ειδικό μηχάνημα ( πομώνα) και στέλνεται στην δεξαμενή
που βρίσκεται πάνω από το χωριό και με το παλιό δίκτυο διοχετεύονταν σ όλα τα σπίτια. Τη γεώτρηση
αυτή παραχώρησε η Διεύθυνση
Γεωργίας του Ν Λάρισας στην κοινότητα Μακρυχωρίου ,όταν οι προηγούμενη
πηγή δεν μπορούσε να να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των κατοίκων για ύδρευση.
Σήμερα χρησιμοποιείται και μια άλλη γεώτρηση στη θέση Παναγία για την ύδρευση.
Ένα άλλο νερό που έφθανε στην περιοχή
,μάλιστα από ένα σημείο και πέρα ( γκιρίζι ) με επιφανειακό αγωγό προέρχονταν
από την τοποθεσία Αρμάνια «
ρουμάνια » ,όπου υπήρχε μέχρι πριν τον αναδασμό ένα ενεργό πηγάδι. Είναι
σίγουρο ότι από την τοποθεσία αυτή μεταφέρονταν
με υπόγειο αγωγό, το οποίο έφτανε σε μεγάλες στενόμακρες; κοπάνες και το χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι κυρίως για το πότισμα των ζώων και για το πλύσιμο των ρούχων. Το νερό αυτό
χάθηκε τα τελευταία χρόνια ,με την υπεράντληση των υπόγειων νερών από τις
πομώνες. Σώζονται κάποιες από τις κοπάνες αυτές ανάμεσα από τη νέα
Σιδηροδρομική γραμμή και τον Διεθνή αυτοκινητόδρομο, νότια από την υπόγεια
διάβαση.
Υπήρχαν επίσης
από παλιά και λειτουργο0ύσαν μέχρι τα μέσα του του προηγούμενου αιώνα περίπου
,σε διάφορα μέρη έξω από το χωριό και κάποια πηγάδια, τα οποία εξυπηρετούσαν τους κατοίκους κυρίως
όταν πήγαιναν στις αγροτικές τους
δουλειές για την ύδρευση τους και για το πότισμα των ζώων (πηγάδι στον παλιός
Σιδηροδρομικό σταθμό,πηγάδι Λάμπρου κοντά στη
«φαντασία» πηγάδι στο παλιοκλησία, πηγάδι στην Παναγία, κοντά στην
Παναγία και κοντά στην Καλάμιτσια ).Τελευταία
το νερό το αντλούσαν από τα
πηγάδια με «τουλούμπες» .
ΤΟ ΠΟΤΙΣΜΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ
Οι κάτοικοι του
χωριού πότιζαν τα ζώα τους ,γιδοπρόβατα, άλογα, βόδια σε δεξαμενές υπαίθριες (
μπάρες ) ,που ήταν κατασκευασμένες , σε διάφορα σημεία ,κυρίως έξω από το χωριό
και στις οποίες μάζευαν το νερό της βροχής .
Στις μπάρες
αυτές πότιζαν τα κοπάδια τους (κυρίως
γιδοπρόβατα) αλλά και άλλα οικιακά ζώα ( αγελάδες και βόδια ) η και ζώα που
χρησιμοποιούσαν στις γεωργικές εργασίες και στη μεταφορά των προϊόντων (άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια ).
Αξίζει να
σημειωθεί ότι στην κεντρική πλατεία του χωριού ,ηταν μια από τις μπάρες αυτές. Σε πλατεία άρχισε να
διαμορφώνεται μετά το 1946.ν επίσης τέτοια μπάρα υπήρχε στη θέση που είναι
σήμερα κτισμένο το Δημαρχείο και στη
θέση που είναι κτισμένο το Γυμνάσιο Λύκειο.
Ο ετήσιος
καθαρισμός των δεξαμενών αυτών είχε σαν
αποτέλεσμα να συγκεντρώνουν περισσότερο και καθαρότερο νερό. Αυτό ήταν βασική φροντίδα της Κοινότητος και
απαιτούσε κάθε χρόνο σημαντική δαπάνη. Πολλές αποφάσεις του Κοινοτικού
Συμβουλίου από της αρχές του
προηγούμενου αιώνα αναφέρονται στο θέμα αυτό.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι με απόφαση της Κοινότητος τυο
Μαρτίου του 1917 καθαρίστηκαν οι μπάρες στις θέσεις «Χάνι Νταβέλη, Ραχμάνι, άνωθεν μεγαλης
βρύσης, εντεύθεν αυλαγά Γεωργόπουλου ». Καθαρίστηκαν επίσης με την ιδια απόφαση
και τα αυλάκια στις θέσεις «Μύλος και Νισάν τεπέν». Με άλλη απόφαση του
Κοινοτικού Συμβουλίου του Αυγούστου του
1917 καθαρίστηκε η μπάρα της σημερινής πλατείας του χωριού.
ΔΙΚΤΥΟ
ΥΔΡΕΥΣΗΣ .ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΑ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1976
Μέχρι το 1935
δεν υπήρχε δίκτυο ύδρευσης στο χωριό.
Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο κεφάλαιο ,οι κάτοικοι προμηθεύονταν το
νερό ,από μια μεγάλη βρύση, ανατολικά του χωριού κοντά στο σημερινό Διεθνή
δρόμο.
Στη βρύση υπήρχαν πέντε κανάλια, από τα οποία έβγαινε
το νερό και έπεφτε σε μια υποδοχή ( κοπάνα) . Υπήρχαν και άλλες κοπάνες γύρω
που χρησίμευαν για το πλύσιμο των ρούχων .΄Οι Κάτοικοι πήγαιναν εκεί με τα ζώα
τους, αφού το χωριό τότε έφτανε μόλις λίγο πιο κάτω από τη σημερινή πλατεία, μέχρι το Δημοτικό
Σχολείο περίπου.
Η μεταφορά του
νερού ηταν δύσκολη, κοπιαστική και απαιτούσε πολύ χρόνο. Άνδρες και γυναίκες,
κυρίως νέοι ,αγόρια και κορίτσια, αλλά και μικρά παιδιά ανεβοκατέβαιναν όλη
την ημέρα κουβαλώντας το νερό με διάφορα
δοχεία, όπως βαρέλια ξύλινα, δοχεία μεταλλικά (τενεκέδες ,ματαράδες,
γκιούμια) στάμνες πήλινες ,φτσέλες , βαρδάκια και άλλα ,που τα
είχαν φορτωμένα στα σαμαρωμένα ζώα τους ,(κυρίως γαϊδούρια ) η στα κάρα
τους (δίτροχα η τετράτροχα ) που τα έσερναν ζώα (βόδια και αργότερα ,μουλάρια και άλογα ).
Έτσι η μία και
μοναδική βρύση του χωριού είχε καταλήξει να γίνει κέντρο κοινωνικών επαφών των
κατοίκων. Πολλές φορές υπήρχε συνωστισμός και δημιουργούνταν μικροπαρεξηγήσεις
μεταξύ των κατοίκων, έσπαζαν στάμνες και άλλα δοχεία. Επίσης εκεί πολλές φορές
οι άνδρες συζητούσαν τα εργασιακά και οικονομικά προβλήματα ,ιδιωτικά και κοινά . Εκεί οι κοπέλες και τα
αγόρια αντάλλαζαν τα
βλέμματα τους, κρυφοκοίταζαν ο
ένας τον άλλον ,εκεί άρχιζαν τα προξενιά, εκεί το κουτσομπολιό «έδινε κι
έπαιρνε».
Από τέτοια περιστατικά ,που ασφαλώς συνέβαιναν
και σε όλα σχεδόν τα μέρη της χώρας μας ,πήγασαν τα δημοτικά μας τραγούδια όπως το «μη μαλώνεις καλέ μάνα ,που ΄σπασα
καινούργια στάμνα , η βαρέλα ήταν βαριά , μου την πήραν τα παιδιά » κτλ.
Η κατάσταση αυτή
κράτησε μέχρι το 1935. Τότε κατασκευάστηκε αντλιοστάσιο και το νερό της πηγής
μεταφέρθηκε με υπόγειο αγωγό σε υδραγωγείο ( δεξαμενή ) και από κει με υπόγειο
πάλι δίκτυο ύδρευσης σε διάφορα σημεία του χωριού.
Το αντλιοστάσιο
κατασκευάστηκε στο ενδιάμεσο περίπου της απόστασης πηγής – βρύσης. ,όπου
χτίστηκε και η κατάλληλη οικοδομή. Η
οικοδομή αυτή, μέχρι πριν λίγα χρόνια ,είχε όλο
τον αντλητικό εξοπλισμό. Τώρα
όμως το κτίριο χρησιμοποιείται σαν κέντρο αναψυχής και τα μηχανήματα που υπήρχαν
δυστυχώς εκποιήθηκαν σαν παλιοσίδερα.
Η δεξαμενή είχε
κατασκευασθεί στο επάνω μέρος του χωριού, και υπάρχει ακόμη. Βρίσκεται στο
δρόμο από την πλατεία προς τον Αγιο Νικόλαο και πρόσφατα απαλλάχτηκε από τα
χώματα που τη κάλυπταν στα πλάγια για να κρατάει δροσερό το νερό.
Κατασκευάστηκε
επίσης τότε και δίκτυο διανομής του νερού, το οποίο μοίραζε το νερό σε κεντρικά σημεία του χωριού όπου
υπήρχαν βρύσες. Οι παλαιότεροι αναφέρουν ότι είχαν κατασκευασθεί 15 βρύσες
σε ισάριθμες θέσεις,που κάλυπταν όλη την έκταση του χωριού .
Τέτοιες βρύσες
βρίσκονταν στις εξής θέσεις.
Στο χώρο της πλατείας ,
μπροστά
από το σπίτι του Νταβέλη,
πάνω από το
σπίτι του Τσικρικώνη,
στην πλατεία
Σαμολαδά ,
στην πλατεία
Δαρδακούλη,
κοντά στο σπίτι του Γεωργούλη του Μπούτου,
κοντά στο σπίτι
του Γιαννάκη Τσέτσιλα,
μπροστά από
σπίτι του Χαρ Γεωργόπουλου,
μπροστά στο
σπίτι του Νικόλα του Ρόμπα,
μπροστά στο
σπίτι του Σταμάτη,
μπροστά στο
σημερινό Δημ. Σχολείο
μπροστά στο
μαγαζί του Προκόπη του Γιαννακόπουλου,
μπροστά στο
παλιό Σχολείο (Μυλωνά),
στη γειτονιά του
Μπέλλου,
στην
πλατεία του Παλάτου.
Τα ο έργο αυτό (
αντλιοστάσιο, αγωγός ,δεξαμενή, δίκτυο και βρύσες ) άρχισε να
κατασκευάζεται το 1930 περίπου ,επί Προεδρίας του Γιαννάκη
Τσέτσιλα και ολοκληρώθηκε το 1935. Για το έργο αυτό ο Πρόεδρος εκείνος
μνημονεύεται ακόμη από τους παλιότερους,
ως Πρόεδρος με πολύ σημαντική
προσφορά στην εξέλιξη της
Κοινότητος μας.
Τώρα το νερό
μεταφέρεται στα σπίτια από τις βρύσες αυτές. Ότι γίνονταν στη μεγάλη βρύση
μέχρι το 1935 ,γίνεται τώρα σε μικρογραφία στις βρύσες αυτές. Τ ο νερό
μεταφέρεται τώρα όχι με τα ζώα αλλά με τα χέρια και το μεταφέρουν κυρίως οι
γυναίκες και τα μικρά παιδιά.
Η διαδικασία
ήταν απλή. Έμπαιναν στη σειρά και μετά από λίγη ώρα γέμιζαν τις στάμνες και τα άλλα δοχεία. Όμως
δεν έλειπαν τα επεισόδια. Μερικές
ανυπόμονες γυναίκες δεν περίμεναν στη σειρά τους, αλλά έμπαιναν μπροστά
αδιαφορώντας για τις άλλες.
Έτσι ο τσακωμός ήταν αναπόφευκτος .Η
κατάσταση χειροτέρευε όταν στις βρύσες αυτές έρχονταν άνθρωποι να ποτίσουν τα
ζώα τους ( άλογα και γαϊδούρια) στην τσιμεντένια λεκάνη (κοπάνα) που υπήρχε
κάτω από κάθε βρύση. Τότε ο συνωστισμός
(ζώων και ανθρώπων ) γίνονταν μεγαλύτερος ( Μία από αυτές τις κοπάνες υπάρχει στη
βρύση που έκανε η Κοινότητα στο εξωκλήσι της Ζωοδόχου πηγής (Παναγία).
Πρέπει επίσης να
σημειώσουμε ότι η παροχή νερού δεν
γίνονταν όλη την ημέρα, αλλά κατά διαστήματα, συνήθως λίγες ώρες το
πρωί και λίγες το βράδυ πριν νυχτώσει .
Όταν εξ αιτίας κάποιας βλάβης των αντλητικών μηχανημάτων η της δεξαμενής και του δικτύου η διακοπή του
νερού διαρκούσε πολύ χρόνο, περισσότερο από μια ημέρα, τότε η προμήθεια
του χωριού σε νερό γίνονταν πάλι από τη
Μεγάλη βρύση με τη διαδικασία που γίνονταν
μέχρι το 1935.
Η κατάσταση αυτή
κράτησε μέχρι το 1960 περίπου . Συγκεκριμένα το 1958, αποφασίστηκε από το
Κοινοτικό συμβούλιο (Πρόεδρος ο Αθ Ζησόπουλος ) η αγορά αμιαντοσωλήνων και η
επέκταση του δικτύου υδρεύσεως. Το δίκτυο επεκτάθηκε και δημιουργήθηκε η δυνατότητα κάθε σπίτι να βάλει βρύση στην αυλή του.
Ανάλογες επεκτάσεις έγιναν και τα επόμενα
χρόνια ,ώστε σε λίγο όλα τα σπίτια είχαν βρύση στην αυλή τους, ενώ τα νεόκτιστα σπίτια
εξοπλίζονταν και με εσωτερικές βρύσες.
Μέχρι το 1976 η
ύδρευση του Μακρυχωρίου ,γίνονταν από τo νερό
μιας πηγής, που βρίσκονταν κοντά στο
σημερινό αντλιοστάσιο, και της οποίας τα νερά
κατέληγαν σε ενα φρεάτιο απο το οποίο γίνονταν η αντληση και μεταφορά με
αγωγό πάνω απο το χωριό.
Η ύδρευση αυτή
ήταν προβληματική και ελλιπής και οι συνέπειες του ασφαλώς αρνητικές. Το νερό
δεν ήταν αρκετό και απαιτούσε κόπο και χρόνο για να φθάσει στα σπίτια.Το
νοικοκύρεμα του σπιτιού ήταν πολύ δύσκολη υπόθεση για τις γυναίκες ,καθώς το
νερό δεν επαρκούσε. Το πλύσιμο των κουζινικών, η καθαριότητα του σπιτιού και
της αυλής, ιδιαίτερα το πλύσιμο των
ρούχων (μπουγάδα) αποτελούσαν ξεχωριστά
προβλήματα για τις νοικοκυρές.
Πολλές φορές
προτιμούσαν να μεταφέρουν τα ρούχα στη μεγάλη βρύση για πλύσιμο ,παρά να
μεταφέρουν νερό από κει στο σπίτι τους. Άλλες φορές το ίδιο νερό το
χρησιμοποιούσαν σε πολλαπλές χρήσεις, όπως
πχ με το ίδιο νερό που έπλεναν τα λάχανα πότιζαν και τα ζώα τους η έπλεναν τις αυλές
τους.
Στις αυλές των σπιτιών σπάνια υπήρχε
λουλούδι η δένδρο. Ακόμη πιο σπάνια ήταν η καλλιέργεια κηπευτικών ( μπαχτσές). Που και που στο χωριό
υπήρχαν κάποιες συκιές και ακακίες η σε κάποιες αυλές υπήρχαν κληματαριές, φυτά
που αντέχουν στην ξηρασία γιατί οι ρίζες τους εισχωρούν βαθιάς τη γή και
βρίσκουν λίγη υγρασία. Οι προσπάθειες των
Κοινοτικών συμβουλίων για δενδροφύτευση στο χωριό συνήθως δεν έφερναν αποτέλεσμα, λόγω
της ανεπάρκειας του νερού.
Το 1938 την 1η
Ιουλίου το Κοινοτικό συμβούλιο αποφάσισε να απαγορεύσει στους κατοίκους
να ποτίζουν τους κήπους με αυλάκια ,από τις Κοινοτικές βρύσες , και τους
συστήνει να ποτίζουν μόνο με τενεκέδες λόγω της έλλειψης νερού.
Το χωριό από μακριά έδειχνε στους
περαστικούς μόνο τα κεραμίδια των σπιτιών του. Δένδρο δεν φαίνονταν πουθενά.
Και καθώς και οι γύρω εκτάσεις (Μεριάς ,
Καρακόπετρα ) ηταν κι αυτές ξερές και χωρίς βλάστηση ,το Μακρυχώρι ήταν
πραγματικά ένα ξεροχώρι. Το « χωριό που
δεν έχει κανένα δένδρο » έλεγαν οι
ξένοι για το Μακρυχώρι.
Το Κοινοτικό συμβούλιο και οι κάτοικοι
έκαναν πολλές προσπάθειες και θυσίες για να
λύσουν η να αμβλύνουν κάθε φορά
το πρόβλημα της λειψυδρίας.
Τον Αύγουστο του 1916 μέλη του
Κοινοτικού συμβουλίου πήγαν στο Νεζερό ( Καλλιπεύκη ) για να βρουν
κατάλληλες πηγές νερού και να εξετάσουν τη δυνατότητα κατασκευής υδραγωγού για
τη μεταφορά πόσιμου νερού στο Μακρυχώρι.
Η προσπάθεια
αυτή όπως και μια άλλη που έγινε τη δεκαετία του ,αυτή τη φορά από τα Αμπελάκια, δεν καρποφόρησαν. Στις 14-4-1934 και στις 21-6-1950 τα
Κοινοτικά συμβούλια επιβάλλουν στους κατοίκους φόρο στη γεωργική τους παραγωγή
,για ν αυξήσουν τα έσοδα , με σκοπό την
κατασκευή έργων υδρεύσεως.