Μακρυχώρι Λάρισας

Μακρυχώρι Λάρισας

Τετάρτη 25 Μαΐου 2022

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΜΙΑ ΠΑΛΙΟΤΕΡΗ ΔΙΗΜΕΡΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΜΟΣΧΟΠΟΛΗ , ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΤΣΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΟΓΡΑΔΕΣ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ

ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΗΣ ΜΟΣΧΟΠΟΛΗΣ 

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ

ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΚΔΡΟΜΕΙΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ 

ΣΤΗΝ ΜΟΣΧΟΠΟΛΗ ΜΕΕ ΦΟΝΤΟ ΠΑΛΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΑ ΚΤΙΡΙΑ

ΜΑΖΙ ΜΑΣ ΚΑΙ  ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΙ Ι.ΣΤΟΓΙΑΝΝΗΣ,ΑΘ.ΚΑΡΑΤΕΓΟΣ ΚΑΙ Ζ.ΜΠΑΡΟΣ ΟΙ 



ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΟΡΥΤΣΑΣ 

Η ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΟΧΡΙΔΑΣ ΟΠΩΣ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΟΓΡΑΔΕΤΣ

ΑΛΒΑΝΙΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΔΙΠΛΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΓΡΑΔΕΤΣ

 




Η  Μοσχόπολη  ήταν μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο του 18ου αιώνα στην Βόρειο  Ήπειρο.

 

 Βρίσκεται δυτικά της  Κορυτσάς. Τον 18ο αιώνα η πόλη αναπτύχθηκε σε ένα από τα κύρια Ελληνικά  αστικά κέντρα,  ισοδύναμη,  λόγω  της  δραστηριότητας  και   ενεργητικότητας  των  κατοίκων  της  με  την  Κωνσταντινούπολη,  την  Θεσσαλονίκη  και  την  Σμύρνη.  Λόγω της συμβολής της πόλης   στον  Νεοελληνικό  Διαφωτισμό,  η πόλη αναφέρεται στην εποχή της ακμής της και ως «Νέα Αθήνα» ή «Νέος Μυστράς».

 

Ως το τέλος του 17ου αιώνα η Μοσχόπολη ήταν ένας μικρός οικισμός, όμως παρουσίασε αλματώδη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη από τον επόμενο αιώνα. Την περίοδο της μεγάλης ακμής της πόλης, τη δεκαετία του 1730, ο πληθυσμός της είχε φτάσει τις 60.000. Μάρτυρες της ακμής της είναι οι επιβλητικοί ναοί του Αγίου Νικολάου (1721), του Αγίου Αθανασίου (1721) και των Ταξιαρχών (1722) που κοσμούνται από πολλές και αξιόλογες αγιογραφίες.

                                             ΜΟΣΧΟΠΟΛΙΤΕΣ

Η πόλη κατοικούνταν μόνο  από  Έλληνες,  κυρίως  βλαχικής  καταγωγής  και   υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα βλαχόφωνα κέντρα, με κύρια ενασχόληση το εμπόριο, την κτηνοτροφία, την κατεργασία μαλλιού, ταπητουργίας και ανάπτυξη βυρσοδεψίας. Περίφημη ήταν η πόλη και για την σιδηρουργία, την αργυροχοΐα και την χαλκουργική της. Πολλοί Μοσχοπολίτες έμποροι στη Βενετία, στη Βιέννη, στην Οδησσό, την Κωνσταντινούπολη και άλλα σημαντικά κέντρα της εποχής ενίσχυσαν οικονομικά την πατρίδα τους και συντέλεσαν στην ίδρυση σχολείου, περίπου το 1700. Το σχολείο, με την ονομασία, «Ελληνικόν Φροντιστήριο» εξελίχθηκε σε σημαντικό εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής, το 1744 αναβαθμίστηκε από δωρεές και μετονομάστηκε σε «Νέα Ακαδημία».

 

Εκεί δημιουργήθηκε και το δεύτερο τυπογραφείο στον χώρο του υπόδουλου ελληνισμού (μετά από αυτό της Κωνσταντινούπολης), το 1731, με πρωτοβουλία του ιερομόναχου Γρηγορίου Κωνσταντινίδη. Επίσης τυπώθηκε και το πρώτο τετράγλωσσο λεξικό (Ελληνικής, Αλβανικής, Βλάχικης και Βουλγάρικης γλώσσας).

 

Η εκδοτική δραστηριότητα του Τυπογραφείου της Μοσχόπολης.

 

 Το τυπογραφείο αυτό είναι το δεύτερο ελληνικό τυπογραφείο της Βαλκανικής, το πρώτο είχε ιδρυθεί στην Κωνσταντινούπολη από τον Πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρη το 1627, και το μοναδικό που λειτουργεί στις αρχές του 18ου αιώνα (1730) μέσα στις τουρκοκρατούμενες ελληνικές χώρες. Από τα πιεστήρια του τυπογραφείου αυτού εκδόθηκαν συνολικά, τουλάχιστον από όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, 22 βιβλία, από τα οποία τα 20 είναι θεολογικού περιεχομένου και τα υπόλοιπα δύο "γραμματικά".

 

Η περίφημη Βιβλιοθήκη της Μοσχοπόλεως.

 

 Περιείχε σπάνια χειρόγραφα εκκλησιαστικών κειμένων, εκδόσεις ελλήνων συγγραφέων, πολύτιμους κώδικες και έγγραφα όπου διαφαίνονται οι στενοί δεσμοί της Μοσχόπολης με την Τεργέστη, τη Βενετία, τη Βιέννη, τη Βούδα, την Πέστη. Κατά την πρώτη καταστροφή της Μοσχόπολης, το 1769, όσα βιβλία ή χειρόγραφα διασώθηκαν συγκεντρώθηκαν σε κελιά του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη συνοικία της Σάρτζας. Άλλα βρέθηκαν αργότερα στη βιβλιοθήκη του Ελληνικού Γυμνασίου της Κορυτσάς. Τα τελευταία λείψανα της βιβλιοθήκης που υπολογίζονταν σε 1. 700 τόμους καταστράφηκαν οριστικά στη δεύτερη καταστροφή του 1916 στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Μεγάλος χορηγός της βιβλιοθήκης της Μοσχόπολης ήταν ο Τραπεζίτης της Βιέννης και μεγάλος ευεργέτης του ελληνικού έθνους, βλάχος Μοσχοπολίτης ο Γεώργιος Σίνας.

 

Η πόλη μνημονεύεται και στην «Νεωτερική Γεωγραφία», γνωστό περιηγητικό έργο του 18ου αιώνα των Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρηγόριου Κωνσταντά για την ακμή που σημείωνε στον τομέα του πολιτισμού και του εμπορίου.

 

Το 1769 λόγω της συμμετοχής της πόλης στην προετοιμασία της εξέγερσης του 1770 (Ορλωφικά), η πόλη υπέστη λεηλασίες από μουσουλμάνους Αλβανούς (Τουρκαλβανούς). Σημαντικές καταστροφές έγιναν και από τα στρατεύματα του Αλή Πασά το 1788, που κατόπιν διαταγής του, καταστράφηκαν πολύτιμοι πολιτιστικοί θησαυροί της πόλης.

 

Η Μοσχόπολη δεν μπόρεσε να ανακτήσει την παλιά της δόξα, συνέχιζε να υπάρχει όμως ως οικισμός μικρότερης εμβέλειας. Οι κάτοικοί της κατέφυγαν σε περιοχές της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Πολλοί άλλοι Μοσχοπολίτες μετά την καταστροφή της πόλης τους διακρίθηκαν ως έμποροι, ως τραπεζίτες και ως βιοτέχνες στην Ουγγαρία και την Αυστρία και συνέχισαν την παράδοση των προγόνων τους σε έργα ευποιίας με γενναίες δωρεές και την χρηματοδότηση κοινωφελών ελληνικών ιδρυμάτων (όπως η οικογένεια Σίνα).

 

Το 1916 ομάδα Αλβανών ατάκτων λεηλάτησε την πόλη κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο  και  κατέσφαξε  τους  Έλληνες   κατοίκους  της.

 

Λιάβδαρι 15 Οκτωβρίου 1916 

 

Προς τους Αζάδες χωρίου Μοσχοπόλεως
...Σας πληροφορώ ότι αύριο έρχομαι στη Μοσχοπολι. Ειδοποιήστε το λαό της ότι δεν έρχομαι για καταστροφή ούτε για λεηλασία αλλά έρχομαι να καταλάβω αυτήν και να υψώσω την Αλβανική σημαία εν ονόματι της Αλβανίας. Μάθετε καλώς ότι τα μέρη τυγχάνουν αλβανικά και όχι όπως φαντάζεσθε εσείς. Απόδειξη ότι η Ελλάς δύο φορές τα κατέλαβε τα μέρη αυτά και δύο φορές τα εγκατέλειψε. Μη γελασθεί κανείς από σας να ρίξει καμιά τουφεκιά εναντίον μας, διότι θα γίνει αίτιος να καεί το χωριό σας...
Σαλή Μπούτκα.

 

Παρακάτω ακολουθεί κατάσταση των σφαγιασθέντων Μοσχοπολιτών κατά τη δεύτερη μεγάλη καταστροφή της Μοσχόπολης.
Κων/νος Θεοχάρης, Αγγελής Θ. Πίνας, Παναγιώτης Κ Πiνας, Κων/νος Σταύρου Τζιάνας, Πέτρος Γιαννάκης (πατήρ), Ιωάννης Πέτρου Γιαννάκης (υιός), Κώστας Γινώσης, Κοσμάς Δέσπας-Αριστεiδης Δέσπας (αδέρφια), Σπύρος Ντόκας, Τέφας Μπάνης, Απόστολος Σiπισχας (πατήρ), Μήνας Απ. Σiπισχα (υιός), Μiχος Ντούκας και τα δύο παιδιά του, Μηνάς Ν. Φούντου, Χρήστος Γιάγκου, Νικόλαος Στiγκας, Βασίλειος Σiπισχας, Περικλής Μάρας, Ναούμ Πατιγιάγκας, Στυτήριος Πατιγιάκας, Σωτήριος Αiας, Μπάνας Λιάρας, Νικόλαος Τσέρης, Δημήτριος Φiλης, Χρήστος Φiλης, Αδάμος Οσόγιας, Δημήτριος Κικικάση, Νικόλαος Μιντιλής, Δανιήλ Τζιούλης, Ιωάννης Ντούμας, Νικόλαος Ντούμας, Σώτας Σιόλας, Πέτρος Ντέρης, Μιχαήλ Νοβάκος, Αλέξιος Τζέκας, Αλέξιος Γκινiκαση, Αθανάσιος Νταλάκος, Ευάγγελος Κότζιας, Τέζια Μάρκου, Μπάνας Σάντας, Στέργιος Σκοντράνης, Γρηγόριος Πλάχας, Μάρκος Σκιούρτης, Γρηγόριος Πλάχας, Μάρκος Σκούρτης, Ναούμ Πiνας, Παρασκευή ΓκΣτα, Χρήστος Τερζής, Αναστάσιος Βερίκας, Αντώνιος Σκοτράνης.

 

 

          Ο  ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΗΣ  ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ 
                 ΣΠΥΡΟΣ  ΣΠΥΡΟΜΗΛΙΟΣ

Σε κάποιες εργασίες η Μοσχόπολη αναφέρεται πως ήταν τότε η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη των Οθωμανικών Βαλκανίων, μετά βέβαια από την Κωνσταντινούπολη. Υπήρχαν 6 μεγάλες και οργανωμένες συνοικίες και ίσως περισσότερες από 70 εκκλησίες.    Η πόλη εκτεινόταν σε μία τεράστια έκταση και καταλάμβανε μεγάλο μέρος του κενού σήμερα οροπεδίου και των γύρω χαμηλών πλαγιών.

 

Εκτός όμως από τη Μοσχόπολη, και οι γύρω από αυτή βλάχικοι οικισμοί συγκέντρωναν μεγάλο αριθμό κατοίκων για τα δεδομένα της εποχής. Αν και οι αριθμοί που δίνουν οι διάφορες σχετικές αναφορές φαντάζουν να είναι υπερβολικοί, η Νίτσα, η Λάγγα, η Γκραμπόβα, η Σίπισκα και το αρβανίτικο Βιθκούκι θα πρέπει να ήταν μεγάλες και δυναμικές κωμοπόλεις, που ακολουθούσαν στενά την πρόοδο της Μοσχόπολης. Λόγω των φυσικών τους θέσεων προστατεύονταν από τις πιέσεις μικρών και μεγάλων Τουρκαλβανών φεουδαρχών και τοπαρχών και είχαν μετατραπεί σε δυναμικές τοπικές αγορές για το γύρω πληθυσμό, διατηρώντας μάλιστα ανεξάρτητες επαφές με τα εμπορικά κέντρα της Βαλκανικής και της Ευρώπης. Ίσως τελικά η κάθε μία από αυτές συγκέντρωνε από 5.000 μέχρι και 10.000 κατοίκους.

 

Ο  ΙΩΑΝΝΗΣ  ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

 

Είναι χαρακτηριστική η επιστολή του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια που τον Μάιο του 1830 εκφράζει την ευγνωμοσύνη της Ελληνικής Πολιτείας προς τον  Μοσχοπολίτη  Σίμωνα Σίνα και τους Γρακόβλαχους της Βιέννης για τις μεγάλες δωρεές προς το έθνος.
Η επιστολή ακολουθεί ως εξής:

 


Ελληνική Πολιτεία. Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος.
Αριθ. 766
Προς τον Κύριο Σίμωνα Τ. Σίναν.
Εδέχθημεν μετά πολλής ευγνωμοσύνης την ποσότητα των 2. 007/100 διαστήλων, τα οποία μετα των εν Βιέννη συμπολιτών σας Γραικο-Βλάχων, προσφέρετε δωρεάν εις τα δημόσια της Ελλάδος καταστήματα. Νομίζοντες δε και συμφερώτερον και προ πάντων ευάρεστων εις τους δωρητάς ν αφιερωθώσιν εις όφελος του Ορφανοτροφείου οι ετήσιοι τόκοι των κεφαλαίων τούτων, ασφαλισθέντων εις την Εθνική Τράπεζαν, διετάξάμεν την επί ταύτης Επιτροπήν να συνεννοηθή με τον εν Κερκύρα Κύριον Αναστάσιον Ι. Κόνιαρην άμα δε λάβη παρ αυτού την διαληφθείσαν ποσότητα, θέλει σας ειδοποιήσει. Εις το Ορφανοτροφείον παιδεύονται ήδη 500 ορφανά, και οι εξελθόντες μέχρι τούδε από το κατάστημα τούτο κατά την ιδιαιτέραν κλίσιν και ικανότητα έκαστος ενασχολούνται εις την ναυτικήν υπηρεσίαν και τας τέχνας και εργόχειρα, ή διδάσκονται εις τα εν Αιγίνη δύο Τυπικά σχολεία της αλληλοδιδακτικής και των ανωτέρων μαθημάτων. Εάν και άλλοι ομογενείς συνδράμωσι με την αυτήν προθυμίαν εις βοήθειαν των Ελληνοπαίδων, των οποίων γέμουσιν οι Ελληνικοί τόποι, και μάλιστα αι επαρχίαι, όπου υπήρχόν ποτέ πόλεις, τότε και τα διδακτικά καταστήματα θέλουν στερεωθεί και η επομένη γενεά θέλει λάβει αγωγήν αξίαν της μελλούσης τύχης, εις την οποίαν προσεκλήθη παρά της θείας προνοίας. Είθε το ιδικόν σας παράδειγμα και των εν αλλοδαπή Ελλήνων, όσοι συνεισφέρον φιλοτίμως υπέρ της εκπαιδεύσεως της Ελληνικής νεολαίας, να εγείρη και τους άλλους ομογενείς, οι οποίοι έχοντες τα αυτά προς την Πατρίδα αισθήματα δεν έδειξαν εισέτι δια των έργων τους οποίους τρέφουσιν υπέρ αυτής αγαθούς σκοπούς.
Εκφράζουμε προς σε, Κύριε, και δια σου προς του συμπολίτας σου Γραικο-Βλάχους, πολλήν ευγνωμοσύνην εκ μέρους των ορφανών, και παρ ημών την εξαίρετον υπόληψιν και τιμήν.

 


Εν Ναυπλίω την 16 Mαϊου 1830
Ο Κυβερνήτης Ι. Α. Καποδίστριας

 

 

Βιβλιογραφία: (αλφαβητικά)

 

·         Γεωργιάδη Θ. "Μοσχόπολις Αθήναι" 1975.

 

·         Κεκρίδη Ε. Ν. "Θεόδωρος Αναστασίου Καβαλιώτης (1718-1789) ο Διδάσκαλος του Γένους" Διδακτορική Διατριβή Καβάλα 1989

 

·         Κουρίλα Ευλογίου " Η Μοσχόπολη και η Νέα Ακαδημία αυτής Η καταγωγή των Κουτσοβλάχων και η εγγραμάτισης της γλώσσης αυτών" Αθήναι 1934 4. Κοκκίνη Σπύρου: Διακόσια χρόνια από την καταστροφή του σημαντικού Κέντρου του ελληνισμού" Εφημερίδα "Το Βήμα" 3. 8. 1969.

 

·         Μαρτινιανού Ιωακείμ-Μητροπολίτη Ξάνθης 193θ. "Η Μοσχόπολις 1390-1930 "Επιμέλεια Στίλπωνος Κυριακίδου. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. Θεσ/νίκη 1957.

 

·         Μιχαλοπούλου Φ. "Μοσχόπολη: Αι Αθήναι της Τουρκοκρατίας 1500-1679" Αθήναι 1941. 7. Παπαθανασίου Γιάννη "Η ιστορία των Βλάχων" Θεσσαλονίκη 1991.

 

·         Παπαζήση Τρ. Δημητρίου "Βλάχοι" Αθήναι 1976.

 

·         Papahagi Valeriou "Arοmani Moscopoleni si Comertul Vanetian in secole al XVII - lea si at ΧΙΙΙ-lea" Bucuresti 1935. 10. Σκενδέρη Κ. "Ιστορία της Αρχαίας και συγχρόνου Μοσχοπόλεως" Αθήναι 1928.

 

·         Τρίτου Γ Μιχάλη " Η Μοσχόπολη του Χθες και του Σήμερα". Μέτσοβο - υπό έκδοσιν.

 

·         Χατζοπούλου Κων/νου "Ελληνικά Σχολεία στην περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας 1453-1821". Θεσσαλονίκη 1991.

 

·         Παναγιώτη Χριστοπούλου, Διευθυντή Βιβλιοθήκης της Ελληνικής Βουλής. " Η προσφορά της Μοσχόπολης" Εφημερίδα "Καθημερινή" 1995.

 

·          

          Η  ΚΟΡΥΤΣΑ  ΤΟ  1910

Η Διασπορά των Μοσχοπολιτών στη Βαλκανική   
"... Αισθάνθηκα πλημμυρισμένα με βαθύτατη συγκίνηση τα μάτια μου, ατενίζων πέριξ μου μία άμορφο μάζα ερειπίων οικίων, επάνω στους επτά λόφους του διακυμαινόμενου εκείνου οροπεδίου... Είναι σκορπισμένα τα λείψανα του παρελθόντος μεγαλείου της Μοσχοπόλεως, διαλαλούντα ακόμη, με την πένθιμο σιγήν των, την θαυμαστή ονειρώδη ακτινοβολία, ενός απροσδόκητου πολιτισμού, που έσβησε σαν λαμπρό μετέωρο κατά το 1769... "

 


Έτσι περιέγραφε ο αρχιμ. Δημήτριος Καλλίμαχος το 1913 στα απομνημονεύματα του τη Μοσχόπολη. Η Μοσχόπολη καταστράφηκε το 1769 από ομάδες ατάκτων. Βρισκόμενη στη δίνη γεωπολιτικών γεγονότων ανάμεσα στις διάφορες φατρίες του Οθωμανικού καθεστώτος η πόλη εγκαταλήφθηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς.
Μαζί με τη Μoσχόπολη εγκαταλείπονται σημαντικές βλαχόφωνες πολιτείες όπως η Γράμμοστα, το Λινοτόπι, και η Νικολίτσα. Κύμματα προσφύγων κατακλύζουν τη Μακεδονία αλλά και διάφορες άλλες περιοχές της Βαλκανικής. Στην Άνω Μακεδονία, οι Βλαχόφωνοι εγκαθίστανται στο Μοναστήρι και στις γύρω περιοχές. Εκεί ιδρύουν περίφημες πολιτείες όπως το Κρούσεβο, το Μεγάροβο, τα βλαχόφωνα χωριά του όρους Περιστέρι. Στη Δυτική Μακεδονία Μοσχοπολίτες φθάνουν στη Σιάτιστα, αλλά ιδρύουν και νέες πολιτείες όπως τη Νέβεσκα και τη Κλεισούρα. Στη Κεντρική Μακεδονία εγκαθίστανται στο Πάϊκο και ιδρύουν τα Μεγάλα Λιβάδια. Στην Ανατολική Μακεδονία θα συναντήσουμε Μοσχοπολίτες στις Σέρρες, σημαντικό εμπορικό κέντρο της εποχής εκείνης, στην Καβάλα μέχρι και την Αδριανούπολη. Κύμματα Μοσχοπολιτών και Γραμμοστιάνων προσφύγων θα φθάσουν στην περιοχή Άνω Νευροκοπίου και θα ιδρύσουν το Παπά-Τσαϊρ. Όλα αυτά τα Βλαχόφωνα κέντρα της Μακεδονίας με την μεγάλη ανάπτυξή τους στην κτηνοτροφία, το εμπόριο, την αργυροχρυσοχοϊα, τα ελληνικά γράμματα και τις τέχνες θα αποτελέσουν σημαντικά προπύργια του ελληνισμού στις μετέπειτα επερχόμενες γεωπολιτικές εξελίξεις σ αυτόν τον ευαίσθητο χώρο της Βαλκανικής. Όταν το ελληνικό εθνικό κέντρο βρισκόταν πολύ μακριά από τις τεκταινόμενες εξελίξεις απορροφημένο στα αιώνια προβλήματα του, οι βλαχόφωνες αυτές πολιτείες κρατούσαν, συνάμα με τους υπόλοιπους ντόπιους ελληνικούς πληθυσμούς, ψηλά τη σημαία της Ρωμιοσύνης άξιοι και περήφανοι συνεχιστές της βυζαντινής παράδοσης.
Μοσχοπολίτες κατακλύζουν και όλα τα μεγάλα εμπορικά κέντρα της Βαλκανικής όπως το Βουκουρέστι, την Πέστη, τη Βούδα, ακόμη και τη Βιέννη. Ενισχύονται τα ελληνικά παροιμιακά κέντρα της Βαλκανικής και είναι σημαντικότατο γεγονός, ότι οι Μοσχοπολίτες κατέχουν περίοπτη θέσή ανάμεσα στους υπόλοιπους έλληνες. Ειδικότερα η Πέστη, στις όχθες του Δούναβη. προσελκύει μεγάλο αριθμό Μοσχοπολιτών. Σαν πόλη ελευθέρου εμπορίου (Freystadt) απολαμβάνει μεγάλων προνομίων και τραβά την προσοχή των Μοσχοπολιτών και πριν ακόμη την καταστροφή του 1769. Με βάση την Πέστη οι Μοσχοπολίτες καταστρώνουν δίκτυα συναλλαγών προς την Βιέννη, την Τεργέστη και προς ολόκληρη την Ευρώπη. Στερεώνουν επιπλέον την θέση τους, όταν πολιτογραφούνται σαν υπήκοοι του Αυστριακού κράτους και εξελίσσονται σε ανθηρή κοινότητα η οποία στα-επίσημα έγγραφα φέρεται σαν Ελληνοβλαχική (Griechischvalachiche Gemeide) ή Μακεδονική (Macedonier Gemeide in Pest).

 

Πριν την έλευση των Μοσχοπολιτών στην Πέστη οι Έλληνες πάροικοι εκκλησιάζονται από κοινού με τους Σέρβους στη Σερβική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Πέστης, στη σερβική γλώσσα. Το 1774, οι 300 περίπου οικογένειες των ελλήνων προκρίτων της Πέστης, τα 2/3 εκ των οποίων Βλάχοι από τη Μακεδονία, υποβάλουν αναφορά στον Αυτοκράτορα της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκο τον Α΄ και ζητούν άδεια ιδρύσεως ναού ελληνικού. Το έγγραφο αίτημα τους, το οποίο ακόμη και σήμερα σώζεται στο αρχείο της ελληνικής εκκλησίας της Βουδαπέστης, γίνεται αποδεκτό. Από τις 32.454 αυστριακά φλωρίνια που μαζεύτηκαν σαν πρώτη συνεισφορά, οι 26.000 ήταν των Μοσχοπολιτών, 177 οικογένειες από τις 300. Στα αρχεία βλέπουμε ονόματα οικογενειών όπως: Αλέξανδρος Λέπωρας, Σοφία Λύκα, Γεώργιος Χριστοδούλου, Γεώργιος Μπογιατζής, Αδάμ Γκύνας, Μαούμ Μέσκας, Μιχαήλ Βέρος, Ανδρέας Γούλεν, Δημήτριος Παπάς, Γεώργιος Σαβέλσκη, Θεόδωρος Στάνκοβιτς, Ναούμ Φαρακάτος. Το 1790 επερατώθη ωραίος και μεγαλοπρεπέστατος ναός, η Κοίμηση της Θεοτόκου, δίπλα στον Δούναβη που ακόμη και σήμερα διατηρεί τη μεγαλοπρέπειά του. Στις 15 Αυγούστου του ίδιου έτους με μεγάλη επισημότητα γίνονται τα εγκαίνια του από τον επίσκοπο Βούδας Διονύσιο. Η πολυτέλεια του ναού είναι μυθώδης. Ογδόντα εικόνες των αγιογράφων αδελφών Ιωάννου και Νικολάου από τη Νάξο, κοσμούν το τέμπλο του ναού. Πολλά τα αναθήματα και τα αφιερώματα που ακόμη και σήμερα ο επισκέπτης μπορεί να διαβάσει, όπως αυτό στη βάση του πολυελαίου:
Κλυτοι ομαιμονες ενθάδε θέντο
Θεώ, τοδε εδνον τωνδε Βρέτας
Γεώργιος όνόμα Παπαναούμη
εκ της εν Μακεδονία Μοσχοπόλεως, κατά το αωδ έτος.
Το 1872 ο Γεώργιος Σίνας ανεγείρη τριώροφο μέγαρο το οποίο αποφέρει υπέρ της Κοινότητας 150. 000 φράγκα εισόδημα ετησίως. Από όλα τα παραπάνω καταφαίνεται η εξαιρετική θέση που κατέχουν στην κοινότητα της Πέστης οι Μοσχοπολίτες. Τούτο αποδεικνύεται και από την ονομασία της Κοινότητας σαν Ελληνοβλαχική. Ως και ο τόπος των συνεδριάσεων φέρει την επιγραφή Αίθουσα συνεδριάσεων της Κοινότητας των Ελλήνων και Μακεδονοβλάχων μέσα στην οποία βρίσκονται αναρτημένες οι εικόνες των εφημερίων του πρώτου Μοσχοπολίτη Ιωάννη Βρέτα (1790-1794) μέχρι και του τελευταίου Γρηγορίου Γώγου.
Όπως αναφέρεται και στα αρχεία του Δήμου της Βουδαπέστης, τόσο ήταν τα πλούτη των εν Ουγγαρία Ελληνοβλάχων και υπολοίπων Ελλήνων συμπατριωτών των, ώστε οι Ούγγροι ανέκαθεν τους μνημόνευαν με τον όρο οι "πλούσιοι Έλληνες" (Gorogog Gazdagok). Κάθε δε έμπορο άλλης εθνότητας, όταν ήθελαν να αναφέρουν ότι είναι πλούσιος, τον έλεγαν Gorog, δηλαδή Έλληνα. Είχε ταυτισθεί λοιπόν, ο όρος πλούσιος με τον όρο Έλληνας.

 

 

 

 

 


       Ο  ΜΟΣΧΟΠΟΛΙΤΗΣ  ΒΑΡΩΝΟΣ
                    ΣΙΜΩΝ  ΣΙΝΑΣ
               Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο,
                 Ιστορική Πινακοθήκη

Αρχηγός της οικογένειας Σίνα υπήρξε ο Σίμων Σίνας που γεννήθηκε στη Μοσχόπολη το 1753. Νέος φεύγει από την πόλη με τη γυναίκα του Ειρήνη Τυρκα στη Νύσσα (Ναϊσό) της Σερβίας. Εκεί γεννιέται ο γιος τους Γεώργιος το 1783. Όταν πεθαίνει η σύζυγος του, ο Σίμων στέλνει τον μικρό Γεώργιο στην αδελφή της γυναίκας του στις Σέρρες. Ο ίδιος αναχωρεί για τη Βιέννη όπου ασχολείται με το εμπόριο. Είναι τόσο σημαντική η οικονομική και επιχειρηματική παρουσία του στη Βιέννη που το 1818 παίρνει τον τίτλο του Βαρώνου. Πεθαίνει το 1822. Την εμπορική δραστηριότητα του πατέρα του ακολουθεί αντάξιος ο γιος του Γεώργιος (1783-1856), ο οποίος αναδεικνύεται σε μεγάλος τραπεζίτης στη Βιέννη. Αναγορεύεται βαρώνος της Αυστρίας σ όλη του όμως τη ζωή παραμένει γνήσιος Μοσχοπολίτης. Συχνά εξομολογείται "... Μόνο τον τίτλο και τα παράσημα, τα οποία δεν εκπροσωπούν πάντοτε την αξία μου, μου έδωσε ο τόπος αυτός. Τον πλούτο μου απόχτησα με τον ιδρώτα του προσώπου μου ως Μοσχοπολίτης. Στην καταγωγή μου αυτή οφείλω την αξία μου και με αυτήν έχω θησαυρίσει τον πλούτο μου...". Η Αυστροουγγαρία κατά τους πολέμους του Ναπολέοντα εξαντλείται οικονομικά.
Ο Γεώργιος Σίνας δανείζει την Αυστριακή κυβέρνηση και έτσι αποφεύγεται η οικονομική κατάρρευση της Αυστροουγγαρίας. Επίσης δωρίζει μεγάλη ποσότητα χρυσού στη νεοϊδρυθείσα
Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Δωρίζει ποσά στην νέα πρωτεύουσα της Ελλάδος την Αθήνα και χτίζεται στο Λόφο των Νυμφών το Αστεροσκοπείο. Ο ίδιος ενισχύει την ιδιαίτερα του πατρίδα τη Μοσχόπολη, ακόμη και την Κοινότητα των Αμπελακίων που τα οικονομικά της κατατεθειμένα στην Τράπεζα της Βιέννης είχαν εκμηδενισθεί. Αγοράζει μεγάλες εκτάσεις στην Ουγγαρία.

 

 

 

Θέματα   Στρατιωτικής Ιστορίας

 

 

 

Απελευθέρωση της Μοσχόπολης

 

(24 Νοεμβρίου 1940)

 

 

 

Κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, το 68ο Σύνταγμα Πεζικού, με διοικητή το Συνταγματάρχη Πεζικού Μπιζάνη Νικόλαο, αφού ολοκλήρωσε στις 5 Νοεμβρίου 1940 τη συγκέντρωσή του στο Ξυνό Νερό, στις 13 Νοεμβρίου μετακινήθηκε στη γραμμή του μετώπου και αμέσως, από την επομένη, εισήλθε στον αγώνα, συμμετέχοντας στις επιχειρήσεις για την απελευθέρωση της Κορυτσάς και της Μοσχόπολης.

 

Στις 14 Νοεμβρίου, το 68ο Σύνταγμα Πεζικού, αποτελώντας το Κεντρικό Συγκρό­τημα της Χ Μεραρχίας, εξόρμησε προς το χ. Νικολίτσε το οποίο και κατέλαβε μετά από αγώνα. Στη συνέχεια κινήθηκε προς τα νοτιοδυτικά και βορειοδυτικά αντερεί­σματα του χωριού, ενώ προωθημένα τμήματά του εγκατα­στάθηκαν στο Σταυροειδές ύψωμα (2,5 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Νικολίτσε) που δεν το κατείχε ο εχθρός.  Αποκτήθηκε έτσι ένα ισχυρό έρεισμα στην κορυφογραμμή της οροσειράς Μοράβα, νότια από τη σημαντική διάβαση της Ντάρζας.

 

Στις 16 Νοεμβρίου το σύνταγμα συνέχισε την επιθετική του προσπάθεια και πέτυχε να ολοκληρώσει την κατοχή του Σταυροειδούς υψώματος και να καταλάβει, μετά από πείσμονα αγώνα, το ύψ. 1827.  Την επομένη το 68ο Σύνταγμα Πεζικού ασχολήθηκε με την εδραίωσή του στις θέσεις που είχε καταλάβει και απέκρουσε αλλεπάλληλες εχθρικές επιθέσεις, εξαιτίας των οποίων δεν έγινε δυνατό να εκδηλώσει κάποια επιθετική ενέργεια προς υποβοήθηση του 30ού Συντάγματος Πεζικού στο δεξιό του (βορειότερα).

 

Μετά από τετραήμερη ανάπαυλα για την ξεκούραση των ανδρών και την ανα­συγκρότηση των μονάδων, στις 1400 της 21ης Νοεμβρίου, ύστερα από ωριαία προπαρασκευή του πυροβολικού, επιτέθηκε για την κατάληψη του ισχυρού υψώματος 1878.  Ο αγώνας ήταν σκληρός, η αντίσταση των Ιταλών μεγάλη και μόλις στις 1900 το Ι/68 Τάγμα με την επιτυχή υποστήριξη του πυροβολικού κατόρθωσε να καταλάβει το ζωτικό αυτό ύψωμα, το οποίο αποτελούσε το προπύργιο της εκεί ιταλικής αντίστασης και το καλύτερο παρατηρητήριο των Ιταλών πάνω στο Μοράβα.

 

Την επομένη το Σύνταγμα κατευθύνθηκε προς το χ. Ντέρσνικο.  Οι Ιταλοί υπο­χρεώθηκαν να υποχωρήσουν προς το βορειοδυτικά, εγκαταλείποντας τη Μοσχόπολη την οποία και κατέλαβε, χωρίς καμιά εμπλοκή με τον εχθρό, η VII Ομάδα Αναγνωρίσεως τις πρωινές ώρες της 24ης Νοεμβρίου.  Ακολούθησε το 68ο Σύνταγμα Πεζικού, το οποίο και εγκαταστάθηκε τελικά στη γραμμή ύψ. Μαντά – Μοσχόπολη – Μονή Αγίου Προδρόμου.  Η κίνηση του συντάγματος προς τη Μοσχόπολη έγινε κάτω από βροχερό καιρό, ενώ η κακή κατάσταση των οδών επαύξανε τις δυσχέρειες

 

 

 

Εκδήλωση για τα 100 χρόνια από την (τρίτη) καταστροφή της Μοσχοπόλεως

 

27 Σεπτεμβρίου 2016

 

Για τα 100 χρόνια από την τελευταία καταστροφή της Μοσχοπόλεως (1916), ο Σύλλογος «Μοσχοπολίτικη Αναγέννηση» οργάνωσε μια σειρά από εκδηλώσεις. Μετά από την Θεία Λειτουργία και το Τρισάγιο στο ναό του Αγίου Νικολάου όπου χοροστάτησε ο Μητροπολίτης Κορυτσάς κ. Ιωάννης, παρουσιάστηκε έκθεση φωτογραφιών και στη συνέχεια έγιναν τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου για τις τρεις καταστροφές που υπέστη η Μοσχόπολη. Έλαβαν μέρος πολλοί Κορυτσαίοι και παλαιοί Μοσχοπολίτες, την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στην Κορυτσά κ. Γιώργος Αλαμάνος, ο Περιφερειάρχης Κορυτσάς κ. Αρντίτ Κονόμη, η Πρόεδρος του Περιφερειακού Συμβουλίου Άννα Βερούση, η Πρόεδρος της Ομόνοιας Κορυτσάς κ. Στέλλα Πατσίλη, ο πρώην βουλευτής Γρηγόρης Καραμέλιος κ.α.

 

Ο  ΝΙΚΟΛΑΟΣ  ΔΟΥΜΠΑΣ  ΕΚ  ΜΟΣΧΟΠΟΛΕΩΣ

 

Ο Νικόλαος Δούμπας (1830-1900) είναι μια από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες του απόδημου Ελληνισμού, που κυριάρχησε στο 2ο μισό του 19ου αιώνα στην καλλιτεχνική, πολιτική και οικονομική ζωή της Βιέννης. Ο Νικόλαος Στεργίου Δούμπας, αυτός ο Βιεννέζος Έλληνας μαικήνας των τεχνών και ευεργέτης της Αυστρίας (με ρίζες από τη Μοσχόπολη της Β. Ηπείρου και της Βλάστη της Δυτικής Μακεδονίας), ήταν εκείνος ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στη διάσωση, την προστασία και την προώθηση των έργων του μεγάλου Βιεννέζου συνθέτη Frantz Schubert (1797-1928). Μάλιστα, ο Herwig Wuertz, διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης, αναφέρει ότι: «εάν δεν υπήρχε ο Δούμπας ο Σούμπερτ θα μας ήταν παντελώς άγνωστος. Τα ελάχιστα αποσπασματικά έργα του τα οποία θα υπήρχαν, θα ήταν ασήμαντα, εάν δεν υπήρχε η συλλογή Δούμπα- η μεγαλύτερη παγκοσμίως». Αυτή η συλλογή Δούμπα δωρίθηκε στη βιβλιοθήκη της Βιέννης και αποτέλεσε τη βάση για τη δημιουργία του μουσικού της τμήματος. Ο Δούμπας μαζί με έναν άλλο ευεργέτη της Αυστρίας, το Βιεννέζο Έλληνα Βαρόνο Σίμωνα Σίνα-μεγάλο τραπεζίτη και επιχειρηματία (Σιναία Ακαδημία, Αστεροσκοπείο, Ιερός ναός Μητρόπολης Αθηνών κ.ά., με καταγωγή επίσης από τη Μοσχόπολη)-υπήρξαν οι δύο από τους σημαντικότερους ιδρυτές του περιώνυμου μεγάρου Musikverein (Εταιρεία των Φίλων της Μουσικής) της Βιέννης. Το Musikverein ήταν το αγαπημένο του έργο και για την ανέγερσή του συνεργάστηκε με το Δανό αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν, ο οποίος το κόσμησε με ελληνικά αγάλματα και ιωνικού ρυθμού κίονες. Εκτός του μεγάρου Musikverein, ο Δούμας συνεισέφερε για την ανέγερση του κτιρίου της Αυστριακής Βουλής, του Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας των Τεχνών, του Δημαρχείου της Βιέννης και της εκκλησίας Votivkirche.

 

 

   Οι Σύλλογοι «Άγιος Νικόλαος» και «Μοσχόπολη», στο  Κρούσεβο  της  ΒΟΡΕΙΑΣ  ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ  την  2α  Οκτωβρίου  2011.   Η  ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΣΗΜΑΙΑ  ΤΩΝ  ΒΛΑΧΩΝ,  ΤΟ  ΘΡΥΛΙΚΟ  ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ,  ΥΨΩΝΕΤΑΙ  ΠΕΡΗΦΑΝΑ  ΣΤΑ  ΑΓΙΑ  ΧΩΜΑΤΑ  ΤΗΣ  ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ.

 

 

Η Μοσχόπολη του Σήμερα   
Για κάποιον που έχει μελετήσει την ένδοξη ιστορίας της και επισκεφθεί σήμερα τη Μοσχόπολη αυτή αποτελεί σκιά του παλιού της μεγαλείου.
Η Μοσχόπολη της
Νέας Ακαδημίας και του Ελληνικού Φροντιστηρίου, της Βιβλιοθήκης, του Τυπογραφείου της και του οικονομικού της πλούτου ξανάγινε σήμερα μία Βοσκόπολη. Έτσι όπως ονομάζονταν πριν 500 χρόνια όταν πρωτοϊδρύονταν από τους πρώτους βλαχόφωνους κτηνοτρόφους.

 

 Σήμερα είναι ένα χωριό 1.000 περίπου κατοίκων στο οποίο ζούνε αρμονικά οι επτακόσιοι βλαχόφωνοι και 300 αλβανοί κάτοικοί της. Απομεινάρια της ένδοξης ιστορίας της αποτελεί ακόμη και σήμερα ο θεσμός της Δημογεροντίας (Αούσλιι α Χοάριλι) με πρόεδρο αυτής τον Γιαννάκη Χαντζάρα.

 

 Λειτουργεί οκτατάξιο αλβανικό σχολείο ενώ το ελληνικό φροντιστήριο είναι μια μακρινή ανάμνηση που συναντάει κανείς στους γεροντότερους κατοίκους της. Οι εναπομείναντες ιεροί ναοί της μιλάνε ακόμη και σήμερα για το ένδοξο παρελθόν της πόλης.

 

 Βαριά η κληρονομιά για τον ντόπιο ιερέα παπά Θωμά Σαμαρά ο οποίος χειροτονημένος από τον Αρχιεπίσκοπο Τιρράνων και πάσης Αλβανίας, Αναστάσιο Γιαννουλάτο, καρτερικά προσπαθεί να ξαναζωντανέψει την ένδοξη παράδοση λειτουργώντας στους εναπομείναντες ναούς.  

 

Η  Επτάλοφη και Φωτεινή Μοσχόπολη σήμερα δεν υπάρχει.

 

 Βρέθηκε κάποτε στα όρια του ελληνισμού της Άνω Μακεδονίας. Όταν στην Νότια Ελλάδα στήνονταν τα γνωστά μας κρυφά σχολειά οι Βλαχόφωνοι κάτοικοι της μεγαλουργούσαν με την Νέα Ακαδημία.-

 

Υ.Γ.  Ο  συγγραφέας  του  άρθρου  αισθάνεται  μεγάλη  συγκίνηση.   Πρόγονοί  του  διώχτηκαν  από  την  Μοσχόπολη   το  1769  και  διασκορπίστηκαν  σε  όλη  την  Ήπειρο  και  την  Μακεδονία.  Πολλοί  μακρινοί  συγγενείς  του  σφαγιάστηκαν  από  στίφη  τουρκαλβανών.

 

ΑΙΩΝΙΑ  ΤΟΥΣ  Η  ΜΝΗΜΗ

 

 

ΖΗΝΩΝ  ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ