Μακρυχώρι Λάρισας

Μακρυχώρι Λάρισας

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022

ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΞΕΧΑΣΤΗ ΕΚΔΡΟΜΗ - ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑ ΣΤΗΝ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΜΕ ΦΙΛΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ .ΕΠΙΣΚΕΦΤΗΚΑΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΦΕΣΟ, ΤΗΝ ΡΟΔΟ,ΤΗΝ ΠΑΤΜΟ,ΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ

Η ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ ΤΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ. Σήμερα η Σαντορίνη είναι ένα από τους διασημότερους ταξιδιωτικους προορισμούς- τουριστικά κέντρα του κόσμου.

Είναι γνωστή για το ηφαίστειό της. Η τελευταία ηφαιστειακή δραστηριότητα ήταν το έτος 1950. Τμήματα του ηφαιστείου της Σαντορίνης είναι: Η Νέα Καμένη (1707-1711 μ.Χ.), η Παλαιά Καμένη (46-47 μ.Χ.), το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο (ενεργό) (1650 μ.Χ.), τα Χριστιανά νησιά. Η Σαντορίνη ανήκει στο ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου και χαρακτηρίζεται ενεργό ηφαίστειο μαζί με τα Μέθανα, τη Μήλο και τη Νίσυρο. Η Σαντορίνη καθώς και τα νησιά Θηρασία και Ασπρονήσι είναι απομεινάρια του ηφαιστειογενούς νησιού Στρογγύλη. Η Στρογγύλη ήταν ένας ηφαιστειακός κώνος. Το κεντρικό τμήμα της ανατινάχτηκε μαζί με τον κρατήρα του ηφαιστείου από τη Μινωική έκρηξη που έγινε το 1613 π.Χ. και είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αυτού που σήμερα ονομάζουμε καλδέρα της Σαντορίνης και την καταστροφή του προϊστορικού πολιτισμού του νησιού. Στο θαλάσσιο χάσμα που σχηματίστηκε μεταξύ Θήρας και Θηρασίας, που έχει βάθος 1.500 μέτρων, κατά καιρούς βγήκαν στην επιφάνεια ηφαιστειακοί κώνοι που σχημάτισαν τα εξής νησιά: την Παλαιά, τη Μικρή και τη Νέα Καμένη, την Καμένη Γεωργίου του Α΄, την Καμένη του Φουκέ, την Αφρόσσα και τη Δάφνη. Όλα αυτά τα νησιά μεγάλωναν σιγά-σιγά και ενώθηκαν, εκτός από την Παλαιά Καμένη.

 



ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ Η πόλη της Θήρας (Φηρά) ιδρύθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, κατόπιν συμφωνίας όλων των αρχών του νησιού για την επιλογή του χώρου, όταν οι κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν την παλιά πρωτεύουσα, το καστέλι του Σκάρου που βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού Ημεροβιγλίου, η οποία είχε υποστεί ζημιές από σεισμούς. Η πόλη της Θήρας αποτελεί έδρα Ο.Τ.Α. από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, πρωτεύουσα του νησιού και της ομώνυμης επαρχίας από τότε έως και την τελευταία διοικητική μεταβολή (

 Η ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ  ΑΠΟ ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΜΑΣ

ΞΕΝΑΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΟΡΟ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΦΕΣΟΥ  ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

ΠΙΣΩ ΜΑΣ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΟΥ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΦΕΣΟΣ

ΠΑΛΚΟΣΤΡΩΤΟ  ΣΤΟΝ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΟΥ

ΠΙΣΩ ΜΑΣ Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΚΕΛΣΟΥ ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟ  

.ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΦΕΣΟΥ Η Έφεσσος οφείλει την ακμή της στο ότι βρισκόταν πάντα σε στενή σχέση με τις χώρες της Ανατολής. Γύρω στον 8ο π.Χ. αιώνα, η Έφεσσος έγινε το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Υπήρχε εκεί η πλούσια οικογένεια του Μέλανος, που οι απόγονοί της παντρεύονταν πριγκίπισσες από τη Λυδία. Η Έφεσσος βρισκόταν πάντα σε καλές σχέσεις με τις Σάρδεις γιατί από εκεί εξαρτιόταν το διαμετακομιστικό εμπόριο που της άφηνε τόσα πλούτη. Οι στατήρες του Φάνη, οι οποίοι είναι από τα πρώτα ελληνικά νομίσματα, εμφανίστηκαν κατά τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. και θεωρείται πιθανό πως σχετίζονται με την πόλη της Εφέσσου βάσει της παράστασης του ελαφιού που φέρουν και της σύνδεσης του ζώου με την Άρτεμη, προστάτιδας της Εφέσσου.[1]

Κατά τον 6ο αιώνα πέρασε κάτω από την κυριαρχία του Κροίσου, διατηρώντας όμως την αυτονομία της. Περίπου τότε Εφέσιοι -προφανώς μισθοφόροι- κατά παραχώρηση του Φιλέλληνα φαραώ Άμαση έκτισαν ομώνυμη πόλη στις όχθες του Νείλου ποταμού. Πέρασε, στη συνέχεια, διαδοχικά από την κυριαρχία του Κύρου και των επόμενων Περσών βασιλιάδων κι έτσι αποτέλεσε τμήμα του περσικού κράτους. Απελευθερώθηκε το 334 π.Χ. από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οπότε άλλαξε το όνομά της και ονομάστηκε Αρσινόεια, από το όνομα της γυναίκας του Λυσίμαχου. Την εποχή αυτή ξαναβρήκε την παλιά εμπορική της δραστηριότητα. Αργότερα συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο της Περγάμου και έγινε μια από τις πιο αξιόλογες ρωμαϊκές επαρχίες της Ασίας. Το 88 π.Χ. την κατάλαβε ο Μιθριδάτης, μετά όμως από την ήττα του από τις ρωμαϊκές λεγεώνες, εγκαταστάθηκε εκεί το διοικητήριο του Σύλλα.

Η Έφεσσος ήταν πόλη αφιερωμένη στην Άρτεμη. Η πόλη είχε στην αρχή ένα μικρό ναό, που αργότερα καταστράφηκε, για να κτιστεί το μεγαλόπρεπο Αρτεμίσιο, που η κατασκευή του κράτησε 120 χρόνια. Ο ναός αυτός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα της Ιωνίας. Το ιερό της Άρτεμης υπηρετούσαν ιερείς και ιέρειες παρθένοι, που ονομάζονταν Μεγάβυζοι. Ο ναός καταστράφηκε το 356 π.Χ., ξαναχτίστηκε και τελικά τα μάρμαρά του έγιναν οικοδομικά υλικά για διάφορα βυζαντινά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη.

Η αρχαία Έφεσσος σε βάθος χρόνου παρήκμασε λόγω της καταστροφής του λιμανιού από τις προσχώσεις του ποταμού Καΰστρου. Κατά την μεταβυζαντινή εποχή είχε απομείνει μικρός οικισμός που αναπτύχθηκε γύρω από τον ναό Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Αργότερα, όταν στην περιοχή ήλθαν μουσουλμάνοι Τούρκοι, ο οικισμός ονομάστηκε Αγιασολούκ, ονομασία που προήλθε από την παραφθορά της λέξης Άγιος Θεολόγος.[2]

 


ΣΤΗΝ ΡΟΔΟ      ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ ''Η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO από το 1988,[1] αναπτύχθηκε χωρίς συγκεκριμένο πολεοδομικό σχεδιασμό γύρω από το φρούριο-ακρόπολη της πόλης της Ρόδου, πιθανώς μετά τον σεισμό του 515.[2] Το φρούριο διαιρείτο σε δύο διακριτά πολεοδομικά σχήματα, το Κολλακιό βόρεια και τη Χώρα νότια. Στο Κολλακιό περιλαμβάνεται ο πολύ γνωστός δρόμος των Ιπποτών, το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου ή Καστέλο, το Νοσοκομείο που έχει μετατραπεί σε μουσείο, οι ναοί του Τάγματος και άλλα σημαντικά κτήρια. Στη Χώρα βρίσκεται το τουρκικό παζάρι γύρω από το τζαμί του Σουλεϊμάν, η παλαιά αγορά και άλλα κτήρια περιηγητικού ενδιαφέροντος.

Σύμφωνα με τη συνοπτική περιγραφή στην επίσημη σελίδα της UNESCO, οι Οσπιταλιέροι του Τάγματος του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ κατείχαν τη Ρόδο δι' αγοράς[3] δύο και έτι αιώνες, από το 1309 έως το 1523, μεταμορφώνοντας την πόλη σε ισχυρό οχυρό, εξαιτίας της ιδιαίτερης ρευστότητας και των εκτεταμένων συγκρούσεων της εποχής. Αργότερα η πόλη διατέλεσε αλληλοδιάδοχα υπό Τουρκική[4] και ιταλική κατοχή.[5][6] Θεωρείται μία από τις αρχαιότερες ενεργές μεσαιωνικές πόλεις και σημείο συνάντησης πολλών πολιτισμών.

 


ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ. Η Ακρόπολη της Λίνδου είναι αρχαιολογικός χώρος που βρίσκεται χτισμένος πάνω σε έναν απότομο βράχο ύψους 116 μ, δεσπόζοντας πάνω από τον παραδοσιακό οικισμό της Λίνδου στη Ρόδο. Καθώς η Λίνδος κατοικείται αδιάλειπτα στο πέρασμα των αιώνων, ο χώρος αυτός έχει πλούσια ιστορία και έχει αποκαλύψει αρχαιολογικά ευρήματα από την αρχαϊκή εποχή και μεταγενέστερα, αλλά και οικοδομική δραστηριότητα που φτάνει ως την εποχή της Ιπποτοκρατίας (14ος-16ος αι.). Αυτή η πλούσια ιστορία, σε συνδυασμό με την, μοναδικής ομορφιάς, φυσική θέα του χώρου καθιστούν την ακρόπολη της Λίνδου ως έναν από τους πιο δημοφιλείς αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, καθώς κατατάσσεται τρίτη [σημ. 1] σε σειρά επισκεψιμότητας

Η ΛΙΝΔΟΣ ΑΠΟ ΨΗΛΑ

ΜΕ ΤΟ ΧΟΡΕΥΤΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ

ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΝΗΣ  ΤΟΥ ΜΟΡΟΖΙΝΗ. Τα εγκαίνια έγιναν στις 25 Απριλίου του 1628 - εορτή του Αγίου Μάρκου τότε πολιούχου της πόλης. Εμπνευστής του έργου ήταν ο Φραγκίσκος Μοροζίνι, που έδωσε στην κρήνη το όνομά του. Εκείνη την εποχή υπήρχε πρόβλημα λειψυδρίας στην πόλη του Ηρακλείου. Με σκοπό να επιλυθεί το πρόβλημα, οι Ενετοί κατασκεύσαν σωληνώσεις οι οποίες μετέφεραν νερό από τον Γιούχτα.

Και έτσι έξω από την πόλη και πέρα από την Κνωσό, εκεί που ήταν ο αρχαίος λαβύρινθος της Κνωσού, στην τοποθεσία Αγία Ειρήνη στα Σπήλια, κατασκευάστηκε μια γέφυρα που μετέφερε πάνω της το νερό. Για αυτό και ονομάστηκε υδατογέφυρα, η οποία είναι γνωστή ως ενετική υδατογέφυρα. Και έτσι το νερό του Γιούχτα ερχόταν στην κρήνη αυτή, που από κάτω έχει χτισμένα επτά διαφορετικά πέτρινα επίπεδα, τα οποία λειτουργούσαν ως υδραγωγείο, για να αναβλύζει το νερό επάνω και να βγαίνει μέσα από τον σωλήνα που υπήρχε στο στόμα καθενός από τους 4 λέοντες που πλαισίωναν τις 8 λεκάνες του συντριβανιού. Μέσα στο συντριβάνι και έξω από αυτό υπάρχουν ανοίγματα στο δάπεδο, καλυμμένα με πράσινα τζάμια, στα οποία φαίνονται ακριβώς αυτά τα τμήματα του πάλαι ποτέ υπόγειου υδραγωγείου.

Το οκτάλοβο σχήμα της δεξαμενής οφείλεται στην αύξηση της περιφέρειάς της, για να παίρνουν νερό περισσότεροι άνθρωποι. Στο κάθε ημικύκλιο μπορούν να σταθούν πέντε άτομα, δηλαδή σε όλη την κρήνη σαράντα άτομα συγχρόνως, να βουτήξουν τα δοχεία τους και να τα γεμίσουν. Βρύσες (κρουνοί) δεν υπήρχαν. Τα θέματα των ανάγλυφων παραστάσεων στους λοβούς είναι παρμένα από την ελληνική μυθολογία και κυρίως από το θαλασσινό κόσμο.

Η κρήνη έχει μια πολύλοβη δεξαμενή κοσμημένη με ανάγλυφες παραστάσεις από το θαλάσσιο βασίλειο (τρίτωνες, δελφίνια, μυθολογικά τέρατα, θαλάσσιους δαίμονες) καθώς και οικόσημα. Το νερό έτρεχε από το στόμα τεσσάρων αξονικά τοποθετημένων λεόντων, που στηρίζονταν σε βάθρο στο κέντρο της κρήνης και υποβάσταζαν μαρμάρινη λεκάνη.[1]

Σε αυτές τις οκτώ δεξαμενές πήγαιναν με πήλινα δοχεία, κανάτες οι νοικοκυρές και γέμιζαν νερό. Δεν υπήρχε το σημερινό γύρω γύρω πλαίσιο το πλυμμηρισμένο με νερό. Τότε οι άνθρωποι ανέβαιναν πάνω στο μνημείο και έσκυβαν για να πάρουν νερό από μέσα. Επίσης κάτω χαμηλά στο μνημείο σχηματίζονταν και μικρές φυσικές λεκάνες-γούρνες, οι οποίες χρησίμευαν για να πίνουν νερό τα ζώα, τα άλογα κυρίως με τα οποία μετακινούνταν οι διαβάτες και οι έμποροι, οι στρατιώτες κτλ.

 


Η ΠΑΤΜΟΣ  ΑΠΟ ΤΟ ΠΛΟΙΟ 
Η ΠΑΤΜΟΣ ΟΠΩΣ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΣΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΤΗΣ ΠΑΤΜΟΥ . ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΑΠΟ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ Ο Αλέξιος Α' Κομνηνός σε μικρογραφία από χειρόγραφο του 12ου αι. (Βατικανό, Biblioteca Apostolica).Το 1088 παραχώρησε το νησί της Πάτμου στον μοναχό Χριστόδουλο τον Λατρηνό.
Το 1088 ο βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Α' Κομνηνός παραχώρησε το νησί της Πάτμου στον μοναχό Χριστόδουλο τον Λατρηνό. Ο όσιος Χριστόδουλος αρχικά ασκήτευε στην περιοχή του όρους Λάτρος ή Λάτμος κοντά στη Μίλητο. Οι συνεχείς επιθέσεις όμως των Σελτζούκων Τούρκων στην περιοχή τον έκαναν να καταφύγει στην παραλιακή πόλη Στροβύλιο. Εκεί γνωρίζει ένα άλλον ασκητή τον Αρσένιο Σκηνούρη ο οποίος τον προτρέπει να ιδρύσει μοναστήρι στην Κω. Και οι δύο πηγαίνουν και ιδρύουν μοναστήρι στην Κω με την επωνυμία Μονή Θεοτόκου των Καστριανών ή του Πυλίου. Όμως ο συγχρωτισμός με την πολύβουη πρωτεύουσα του νησιού ώθησε τον όσιο Χριστόδουλο να πάει στην Κωνσταντινούπολη και να ζητήσει από τον τότε βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό να του παραχωρήσει την Πάτμο ως πιο κατάλληλο για μοναστική διαβίωση.[2] Ο Αλέξιος τον έστειλε όμως στη Θεσσαλία με σκοπό να οργανώσει τα εκεί μοναστήρια. Όμως συνάντησε αντιδράσεις και τελικά με προτροπή της μητέρας του αυτοκράτορα Άννας Δαλασηνής, η οποία διακρινόταν για την έντονη θρησκευτικότητά της τον φιλομοναχισμό της[3], και επιθυμώντας ο ίδιος ο αυτοκράτορας να ενισχύσει μια παραμεθόρια περιοχή της αυτοκρατορίας διά του επανεποικισμού[4] της και της συγκέντρωσης της τοπικής αγροτικής παραγωγής τον έστειλε στην Πάτμο.[5] Η παραχώρηση του νησιού έγινε αφού μετά από καταγραφή της κατάστασης στο νησί από τον βασιλικό νοτάριο Νικόλαο Τζάνζη και διαπίστωση ότι το νησί ήταν έρημο μετά από πειρατικές επιδρομές συνέταξε το σχετικό πρακτικό της παράδοσής του στην αδελφότητα του οσίου. Στη συνεχεία εκδόθηκε αυτοκρατορικό χρυσόβουλο που σώζεται σήμερα στη Μονή. Με το χρυσόβουλο καθιερωνόταν η ανεξαρτησία της Μονής και καθοριζόταν φορολογικές και άλλες διευκολύνσεις της.[6] Χαρακτηριστικό είναι το αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την παραχώρηση της δωρεάς έως την παράδοση του νησιού που ήταν μόλις τέσσερις μήνες.[7] Στα 1092 η Μονή εγκαταλείπεται προσωρινά και η αδελφότητα μεταβαίνει στην Εύβοια επειδή ο Εμίρης της Σμύρνης Τζαχάς πραγματοποιεί επιδρομές στα νησιά που βρίσκονται κοντά στα Μικρασιατικά παράλια.[8] Στα 1095 επιστρέφουν στο νησί και συνεχίζουν την ανέγερση της Μονής.[9]Ο Χριστόδουλος είχε στο μεταξύ πεθάνει στην Εύβοια και το σώμα του μεταφέρθηκε και θάφτηκε στο νάρθηκα του καθολικού της Μονής.[10] Η μονή λαμβάνει διάφορες χορηγίες από τους αυτοκράτορες Αλέξιο Κομνηνό: ποσότητες σιταριού, χρυσά νομίσματα, Ιωάννη Κομνηνό: σιτάρι, Μανουήλ Κομνηνό σιτάρι και νομίσματα[11] Ο όσιος όσο απουσίαζε εμπιστευόταν προσωρινά τη διοίκηση της Μονής στους Σάββα και Ιωσήφ, δύο συμμοναστές του, ενώ στη Διαθήκη του όριζε διάδοχο και κληρονόμο τον μοναχό Αρσένιο Σκηνούρη και αν αυτός δεν δεχόταν τον τον Θεοδόσιο. Επειδή δεν βρέθηκε ο